Κείμενο απολογισμού για το κλείσιμο του Συλλογικού χώρου για την τροφή

trofiΣύντομο Ιστορικό του Συλλογικού Χώρου για την Τροφή

Όπως αναφέρεται και στο κείμενο παρουσίασης, η απόφαση για την δημιουργία του χώρου πάρθηκε από την Λαϊκή Συνέλευση Κατοίκων Θησείου-Κουκακίου-Πετραλώνων όταν αυτή αποφάσισε να ασχοληθεί πιο συγκεκριμένα με τους βασικούς άξονες της διαβίωσης: υγεία, τροφή, στέγη και άλλα. Η επιτυχημένη λειτουργία του “Κοινωνικού Χώρου για την Υγεία” στο κατειλημμένο ΠΙΚΠΑ των Άνω Πετραλώνων αποτέλεσε έμπνευση για την δημιουργία ενός παρόμοιου εγχειρήματος σε σχέση με την τροφή. Ταυτόχρονα, ξεκίνησαν ανάλογες συζητήσεις για τη δημιουργία και άλλων εγχειρημάτων στην περιοχή που θα κάλυπταν τις υπόλοιπες ανάγκες (λχ στέγη) και θα έδιναν το στίγμα της ΛΣ στην περιοχή.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, το γενικό πολιτικό πλαίσιο και τα προτάγματα προέκυπταν από τον λόγο, τη δράση και τις αποφάσεις της Λαϊκής Συνέλευσης. Οι αρχές λειτουργίας ήταν ο συλλογικός τρόπος λήψης αποφάσεων βάσει σύνθεσης, η αντίθεση σε κάθε εξουσία, καταπίεση, έλεγχο, διάκριση και ιεραρχία και η αυτονομία απέναντι σε κράτος, θεσμούς, πολιτικές συλλογικότητες και κόμματα. Επιπρόσθετα, ο κόσμος που πλαισίωσε το εγχείρημα στην έναρξη λειτουργίας του αντικατόπτριζε την ποικιλομορφία πολιτικών πεποιθήσεων, αντιλήψεων και χαρακτήρων που υπήρχε και στην ΛΣ. Έτσι, λόγω των ετερόκλητων χαρακτηριστικών των συμμετεχόντων και των απόψεών τους, από την μία υπήρξε ένας πλουραλισμός, εξωστρέφεια και διάθεση απεύθυνσης προς την γειτονιά ενώ από την άλλη έγινε εμφανής η δυσκολία συνεννόησης και συνεργασίας.

Την ίδια περίοδο που το εγχείρημα έκανε τα πρώτα του βήματα, άρχιζαν να εμφανίζονται και τα πρώτα σημάδια κόπωσης στο κίνημα των λαϊκών συνελεύσεων μεταξύ των οποίων και η συνέλευση της γειτονιάς μας. Ο προσδιορισμός των αιτιών που οδήγησαν σε αυτή την παρακμή είναι αντικείμενο μιας ευρύτερης συζήτησης που ξεπερνάει τα όρια αυτού του κειμένου. Σε κάθε περίπτωση, η κούραση οδήγησε σε φθορά αρκετών δομών που είχαν δημιουργηθεί και σε μεγάλο βαθμό σε τάσεις εξατομίκευσης.

Συνέπεια όλων των προηγουμένων ήταν να δημιουργηθεί μια απόσταση μεταξύ του εγχειρήματος και της ΛΣ – απόσταση που οδήγησε σε εντάσεις και διχογνωμίες στην τελική φάση ύπαρξης της ΛΣ. Με την οριστική παύση λειτουργίας της ΛΣ ωστόσο αναδείχθηκε ένα άλλο σοβαρό ζήτημα που ταλαιπώρησε τον ΣΧγΤ για όλο το διάστημα λειτουργίας του: η απουσία του συγκεκριμένου πολιτικού πλαισίου που πρόσφερε η ύπαρξη της ΛΣ οδήγησε σε αποπροσανατολισμό και εσωστρέφεια που από πολλούς ερμηνεύτηκε ως γενικότερη απονοηματοδότηση και έλλειψη προτάγματος και πολιτικού στίγματος.

Μιας και στόχος του παρόντος κειμένου είναι να αποκρυσταλλωθεί η εμπειρία της συμμετοχής στον ΣΧγΤ, για να διευκολύνουμε την ανάγνωση, έχουμε χωρίσει τα συμπεράσματά μας σε τρεις ενότητες:

  • Θετικά όπου αναλύουμε τα σημεία για τα οποία συμφωνήσαμε ότι αποτελούν κατακτήσεις του εγχειρήματος
  • Αρνητικά όπου κάνουμε αυτοκριτική για όσους τομείς κρίνουμε πως οφείλαμε να πορευτούμε διαφορετικά
  • Προβληματισμοί όπου παραθέτουμε τα θέματα για τα οποία δεν καταφέραμε να καταλήξουμε σε οριστικά συμπεράσματα μαζί με το σύνολο των απόψεων που εκφράστηκαν σχετικά με αυτά

 

Θετικά

Η προσπάθεια να λειτουργήσει μια συλλογική κουζίνα σε (σχεδόν) καθημερινή βάση αποτελεί ένα πρωτοποριακό εγχείρημα που απ’ όσο ξέρουμε δεν απαντάται στην μέχρι τώρα ιστορία του “από τα κάτω” κινήματος στην Ελλάδα. Αυτή η έλλειψη πρότερης εμπειρίας, μας ανάγκασε να βαδίσουμε ουσιαστικά στα τυφλά, να πειραματιστούμε με λύσεις για τα προβλήματα που ανέκυπταν και να δοκιμάζουμε συνέχεια νέους τρόπους και μεθόδους για να εξασφαλίσουμε την συνέχεια του εγχειρήματος. Παρόλα αυτά, καταφέραμε να είμαστε συνεπείς στα βασικά χαρακτηριστικά που, όπως προαναφέραμε, κληροδοτήθηκαν από την ΛΣ δηλαδή το τρίπτυχο αντίσταση-αλληλεγγύη-αυτοοργάνωση καθώς και στον ανοιχτό χαρακτήρα του εγχειρήματος.

Η προφανέστερη επιτυχία σε αυτά τα δυόμιση χρόνια ήταν ότι καταφέραμε σε μεγάλο βαθμό να καλύψουμε τις διατροφικές μας ανάγκες με τους δικούς μας όρους. Εξ αρχής αποφασίσαμε ότι θα λειτουργούμε με ελεύθερη συνεισφορά χωρίς καθορισμένο αντίτιμο και διατηρήσαμε αυτό τον χαρακτήρα μέχρι τέλους ακόμα και στα γλέντια, τις γιορτές και τις προβολές ταινιών που οργανώσαμε. Η απόφαση πάρθηκε ακροβατώντας ανάμεσα στον ρεαλισμό της οικονομικής πραγματικότητας και στον προταγματικό μας ιδεαλισμό και γι’ αυτό εξάλλου υπήρξαν αρχικά αντιδράσεις λόγω του φόβου περί βιωσιμότητας ενός εγχειρήματος που θα λειτουργούσε με αυτόν τον τρόπο. Παρόλα αυτά, ο ΣΧγΤ κατάφερε να λειτουργήσει δίχως αντίτιμο για δυόμιση χρόνια βασιζόμενος στην αρχή του “ο καθένας σύμφωνα με τις δυνατότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του”. Βέβαια, χωρίς αυτό να αποτελεί οριστικό συμπέρασμα, εκφράστηκε και η άποψη ότι ο συγκεκριμένος τρόπος λειτουργίας συνάντησε τα όριά του λόγω των δεδομένων πάγιων εξόδων (ενοίκιο, λογαριασμοί). Το περιβάλλον ανεργίας και οικονομικής στενότητας και κυρίως η μειωμένη συμμετοχή είχαν το τίμημά τους στην οικονομική ευρωστία του εγχειρήματος.

Ανακαλύψαμε επίσης ότι ο καταμερισμός εργασιών, όταν γίνεται υπό τις κατάλληλες συνθήκες, δημιουργεί ελεύθερο χρόνο και απελευθερώνει την δημιουργικότητα του καθενός.

Ένα χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου εγχειρήματος στο οποίο θέλουμε να σταθούμε είναι ότι, λόγω της καθημερινής μεσημεριανής λειτουργίας, όσοι στήριζαν τον χώρο μοιράστηκαν σε δύο κατηγορίες. Από την μία πλευρά ήταν οι συμμετέχοντες καθημερινά (κυρίως άνεργοι, συνταξιούχοι και εργαζόμενοι με ελαστικά ωράρια) που σε γενικές γραμμές είχαν μειωμένες οικονομικές δυνατότητες. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι που ναι μεν συνέβαλλαν περισσότερο οικονομικά αλλά δεν είχαν ούτε τη δυνατότητα ούτε την εμπειρία της καθημερινής συμμετοχής. Παρά την φαινομενική αυτή αντίφαση, σε πολύ μεγάλο βαθμό καταφέραμε να συνυπάρχουμε αρμονικά σεβόμενοι την καθημερινότητα και τις δυνατότητες του καθενός.

Αν και κάποιοι γνωριζόμασταν και πριν τις διεργασίες της ΛΣ, οι περισσότεροι γνωριστήκαμε είτε μέσα σε αυτές είτε μέσα στον ΣΧγΤ. Το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων χωρίς παραδοσιακές σχέσεις (φιλία, οικογένεια) επιχείρησαν να “διευρύνουν” το περιεχόμενο του όρου σύντροφοι μαγειρεύοντας και τρώγωντας συλλογικά έχει μια αυταξία και για αρκετούς από εμάς αποτελεί πράξη με ρηξιακο περιεχόμενο.

Σύντροφοι από την Ελλάδα και το εξωτερικό ήρθαν σε επαφή μαζί μας, συζήτησαν πάνω στην δομή που ακολουθήσαμε, αναφέρθηκαν στον ΣΧγΤ σε κείμενά τους και, το κυριότερο, προσπάθησαν να αναπαράγουν το παράδειγμά μας με τον δικό τους τρόπο. Αυτό   μας έδειξε ότι ο ΣΧγΤ υπήρξε σε κάποιο βαθμό σημείο αναφοράς και έμπνευση γενικότερα για τον κόσμο του αγώνα.

 

Αρνητικά – Αυτοκριτική

Αν και οι άνθρωποι που πλαισίωσαν το εγχείρημα στην αρχική του φάση είχαν διαφορετικά (αν και όχι αντιθετικά μεταξύ τους) κίνητρα ωστόσο διακρίνονταν από μια ειλικρινή διάθεση για σύνθεση και την διαμόρφωση ενός κοινού οράματος και πλαισίου. Σε τελική ανάλυση όμως αυτή η επιθυμία έμεινε λειψή: παρόλο που στα βασικά θέματα καταλήξαμε σε συμφωνία, οι προεκτάσεις που έδινε ο καθένας έμειναν σχετικά αγεφύρωτες. Το όραμα για έναν κοινό τόπο συνάντησης, συζήτησης και δράσεων εξαντλήθηκε στα της κουζίνας και δεν έγινε ποτέ το επιθυμητό άνοιγμα προς το “πολιτικό”. Αναλωθήκαμε στα πρακτικά ζητήματα του μαγειρέματος και χάσαμε τα χαρακτηριστικά του στεκιού· παρόλο που σε κάθε σχετική συζήτηση υπήρχε συμφωνία στο ότι το εγχείρημα θα έπρεπε να είναι κάτι παραπάνω από μια συλλογική κουζίνα. Αυτή η αδυναμία να μεταλαμπαδεύσουμε τον προταγματικό χαρακτήρα του εγχειρήματος ήταν πιο εμφανής κάθε φορά που ένα νέο άτομο προσέγγιζε τον χώρο. Δυστυχώς, αυτό δεν το πετύχαμε παρά σε μικρό βαθμό και κυρίως σε ήδη πολιτικά συνειδητοποιημένους συναγωνιστές.

Έτσι, αναπτύχθηκε ένα κλίμα γκρίνιας σχετικά με διάφορα θέματα όπως η έλλειψη σαφούς πολιτικής στόχευσης, η μη ολιστική αντιμετώπιση του ζητήματος της τροφής και η έλλειψη δράσεων. Παράλληλα, δεχτήκαμε κριτική περί αποσύνδεσης από το ευρύτερο κίνημα για την συνολική ανατροπή και υπήρξαν φαινόμενα αποξένωσης από τον πολιτικοποιημένο κόσμο της γειτονιάς.

Σε κάθε περίπτωση, η επιθυμία μας να σταθούμε “ως παράδειγμα για όσους σκέφτονται να κάνουν το βήμα προς την συλλογικοποίηση” δεν ευδοκίμησε. Η συμμετοχή του κόσμου της γειτονιάς, και κυρίως της νεολαίας, στην ζωή του ΣΧγΤ ήταν μικρή σε βαθμό που κάποιοι θεωρούν ότι η κοινωνία δεν αγκάλιασε το εγχείρημα. Χωρίς να αισθανόμαστε την ανάγκη να απολογηθούμε για την συνολική στάση του κόσμου της περιοχής και της κοινωνίας, αναλαμβάνουμε το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί για το γεγονός ότι δεν καταφέραμε να μεταδώσουμε το πρόταγμα της αυτοοργάνωσης μέσα από το παράδειγμα.

Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις ιδιαιτερότητες ενός εγχειρήματος με καθημερινή λειτουργία και τα οικονομικά ζητήματα που αναπόφευκτα προέκυψαν λόγω της ελλιπούς συμμετοχής συνεισέφεραν στη δημιουργία ενός κλίματος μιζέριας και γκρίνιας κατά περιόδους. Ένα απαιτητικό εγχείρημα όπως αυτό χρειάζεται αρκετό κόσμο που θα δεσμεύεται ως προς τον χρόνο που θα ασχολείται/συμμετέχει. Αυτό δεν το πετύχαμε και τελικά μείναμε λίγοι να κάνουμε τα πάντα.

Επειδή αυτό το κείμενο γράφεται με ειλικρινή διάθεση για αυτοκριτική, αναπόδραστα θα πρέπει να αναφερθούμε σε ένα θέμα για το οποίο φέρουμε ακέραια την ευθύνη. Αυτό δεν είναι άλλο από την κατά καιρούς αδυναμία μας να υλοποιούμε αποφάσεις που λαμβάνονταν. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η αυτοοργάνωση υπονομεύεται όταν δεν υλοποιεί τις αποφάσεις της και αναγνωρίζουμε ότι σε αυτό συντελεί σημαντικά και η έλλειψη διάθεσης για δέσμευση, χαρακτηριστικό που υπήρξε εγγενές από την αρχή λειτουργίας του ΣΧγΤ.

 

Προβληματισμοί

Γεννιέται ένας σοβαρός προβληματισμός που απορρέει από την σχέση του εγχειρήματος με τη Λ.Σ. και την μετεξέλιξη αυτής. Εφόσον το εγχείρημα στήθηκε ως ομάδα εργασίας μιας συνολικότερης πολιτικής διαδικασίας, είχε συγκεκριμένες αρμοδιότητες (το ζήτημα της τροφής)∙ η ανάγκη για συνεύρεση και οργάνωση στην γειτονιά σχετικά με ευρύτερα ζητήματα απαντιόταν στην Λ.Σ. Καθώς όμως διαφαινόταν η φθίνουσα πορεία της βρεθήκαμε σε αμηχανία ως προς τον ρόλο μας, τη πολιτική μας στόχευση, το αν και πώς θα μπορούσαμε να λειτουργήσουμε αυτόνομα. Σήμερα που αναγνωρίζουμε πλέον ότι η απουσία της Λ.Σ. μας άφησε σε ένα σχετικό πολιτικό κενό, προβληματιζόμαστε ως προς τον χαρακτήρα ενός επιμέρους εγχειρήματος συγκεκριμένα για την τροφή και ειδικά του ΣΧγΤ, ο οποίος δεν μπόρεσε να εξελιχθεί σύμφωνα με τις νέες συνθήκες και να επανεφεύρει το πολιτικό του πλαίσιο.

Ένα ακόμη ζήτημα γύρω από το οποίο ταλανιστήκαμε επί μακρόν είναι το ζήτημα της “ανοιχτότητας”. Ως «ανοιχτότητα» ορίζουμε τον ανοιχτό χαρακτήρα του εγχειρήματος που επέτρεπε την συμμετοχή οποιουδήποτε σεβόταν τις αρχές λειτουργίας του χώρου. Βάσει της λογικής της ΛΣ πορευτήκαμε με άξονα τον ανοιχτό χαρακτήρα του εγχειρήματος. Σχεδόν ταυτόχρονα με την παύση της ΛΣ, άνοιξε μια συζήτηση σχετικά με το “εύρος της ανοιχτότητας” που συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας του ΣΧγΤ. Τέθηκαν προβληματισμοί για τον τρόπο λειτουργίας του χώρου (σύμφωνα πάντα με τους όρους που εμείς είχαμε βάλει εξαρχής), τον βαθμό συμμετοχικότητας και εύρεσης πολιτικών συμφωνιών. Ακόμη και στον τελικό απολογισμό στάθηκε αδύνατο να συμφωνήσουμε σε αυτό το θέμα. Σε γενικές γραμμές, υπήρξαν τρεις προσεγγίσεις. Η μία άποψη επικεντρώνεται στη δυσκολία λήψης αποφάσεων, η οποία ερμηνεύεται ως αδυναμία σύνθεσης των διαφορετικών και ετερόκλητων αντιλήψεων που συνυπήρχαν. Η άλλη άποψη ρίχνει το βάρος όχι στην ετερόκλητη σύνθεση μιας ομάδας σε κάθε περίπτωση αλλά κυρίως στην δυναμική της συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων που βρέθηκαν να συνδιαμορφώσουν και λειτουργήσουν τον χώρο. Τέλος, υπάρχει μια τρίτη άποψη που θεωρεί ψευδές το δίλημμα περί «ανοιχτότητας» και εντοπίζει το πρόβλημα στην έλλειψη δεσμεύσεων.

Τέλος, κατά καιρούς δεχτήκαμε κριτική για ελλιπή παρουσία στη γειτονιά και εναλλακτισμό. Ήμασταν θετικοί σε κάθε κριτική αλλά σε μεγάλο βαθμό την θεωρούμε άδικη για ένα σύνολο από λόγους. Όσον αφορά την κριτική περί ελλιπούς παρουσίας στη γειτονιά, αν και λίγο καθυστερημένα, τα αντανακλαστικά μας λειτούργησαν· από ένα σημείο και έπειτα αποπειραθήκαμε να αποκτήσουμε σταθερή παρουσία στη γειτονιά ενημερώνοντας για την ύπαρξη και τη λογική του χώρου (μπροσούρα αυτοπαρουσίασης, αφίσες με το εβδομαδιαίο πρόγραμμα κλπ.). Όσον δε αφορά τις αιτιάσεις περί εναλλακτισμού, θεωρούμε ότι η πληρέστερη απάντηση δίνεται από το παρόν κείμενο. Πάντως, μετά την διάλυση της ΛΣ ο χώρος αποτέλεσε σημείο αναφοράς (αν και προφανώς άτυπο) για τους ανένταχτους συντρόφους της περιοχής. Αρκετά είναι τα παραδείγματα όπως δράσεις στην γειτονιά (πορείες, διαμαρτυρίες, στένσιλ και συζητήσεις) καθώς και προσυγκεντρώσεις για πορείες στο κέντρο.

 

Επίλογος

Όπως ειπώθηκε, σκοπός του κειμένου δεν ήταν να δώσει οριστικές απαντήσεις σε ζητήματα που συλλογικά και στην πράξη δεν καταφέραμε να απαντήσουμε μέσα σε δυόμιση χρόνια λειτουργίας. Ελπίζουμε ωστόσο τα βήματα που κάναμε και οι θετικές εμπειρίες που αποκομίσαμε να βοηθήσουν τα υπάρχοντα εγχειρήματα και, ιδανικά, να γίνουν έμπνευση για την δημιουργία ανάλογων εγχειρημάτων στο μέλλον. Στο κάτω-κάτω, χαμένος αγώνας είναι αυτός που δεν δόθηκε πότε!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *